- περιοδικούς
- περιοδικόςacquired in one's travelsmasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
PERIODICI Agones — iidem cum sacris illis IV. Graecorum Agonibus, quos omnes qui vicisset, περίοδον fecisse dicebatur et περιοδονίκης, ut et περιοδευτὴς, Athleta, appellabatur. Non enim Olympia solum aut Pythia vicisse oportuit eum qui Periodi victor dici voluit,… … Hofmann J. Lexicon universale
κλάσμα — Σχέση μεγεθών ή τμήμα μιας μονάδας που έχει διαιρεθεί σε ίσα μέρη. Παριστάνεται με τη γενική μορφή όπου α και β (όροι του κ.) είναι φυσικοί αριθμοί. Για παράδειγμα, , , (γνήσια κ.), , (καταχρηστικά κ.). Ο β (παρονομαστής),που μπορεί να είναι… … Dictionary of Greek
λίμνη — Φυσική κοιλότητα (λεκάνη) της επιφάνειας της Γης, γεμάτη γλυκό ή υφάλμυρο νερό. Όταν μια λ. έχει δημιουργηθεί από την τεχνητή απόφραξη μιας κοιλάδας με φράγμα, τότε ονομάζεται τεχνητή λ. Τα περισσότερα χαρακτηριστικά των λ. (βάθος, αλμυρότητα… … Dictionary of Greek
νηογνώμονας — ο ναυτ. ιδιωτικός διεθνής οργανισμός που ασχολείται με τη στατιστική τών ναυπηγήσεων, τών ναυαγίων και τών αβαριών, με την έκδοση προδιαγραφών ασφάλειας τών εμπορικών πλοίων καθώς και με την έκδοση κανονισμών κατάταξής τους σε κλάσεις, ελέγχει… … Dictionary of Greek
σύστημα — το, ΝΜΑ, και δωρ. τ. σύσταμα και μτγν. τ. σύστεμα Α [συνίσταμαι] 1. σύνολο στοιχείων, υλικών ή ιδεατών, τού οποίου τα μέλη βρίσκονται σε στενή μεταξύ τους σχέση αλληλεξάρτησης και συναπαρτίζουν ένα οργανωμένο όλον, καθώς και η ολότητα τών σχέσεων … Dictionary of Greek
άνεμοι — Οι οριζόντιες μετατοπίσεις των μαζών του αέρα. H διαφορετική θέρμανση του αέρα πάνω από τα διάφορα τμήματα της επιφάνειας της Γης καθιστά τις μάζες του πυκνότερες ή αραιότερες, γεγονός που εκδηλώνεται με ποικίλη κατανομή της πίεσης. Όσες περιοχές … Dictionary of Greek
ανεμοπορία — Ονομάζεται έτσι η τεχνική της πτήσης με ανεμόπτερο και η σχετική με αυτήν οργάνωση. Αν εξαιρεθεί η απουσία του κινητήρα πρόωσης, η πτήση ενός ανεμόπτερου διέπεται από τους ίδιους νόμους της αεροδυναμικής οι οποίοι ρυθμίζουν την πτήση όλων των… … Dictionary of Greek
ινδική φιλοσοφία — Η φιλοσοφία που αναπτύχθηκε στην Ινδία. Κεντρικό πρόβλημα της ι.φ. είναι η απελευθέρωση του ανθρώπου από τον κύκλο της ζωής και των αναγεννήσεων –σαμσάρα– που συνδέεται με το κάρμα, δηλαδή τον καρπό των πράξεων που συντελέστηκαν σε προηγούμενες… … Dictionary of Greek
Μακεδονικών Σπουδών, Εταιρεία — (ΕΜΣ). Επιστημονικό σωματείο που ιδρύθηκε το 1939 στη Θεσσαλονίκη με σκοπό την έρευνα και τη μελέτη θεμάτων που αφορούν τον λαό και τον χώρο της Μακεδονίας, τη συλλογή σχετικού υλικού και τη δημοσίευσή του. Διαθέτει ιδιόκτητο πενταόροφο κτίριο,… … Dictionary of Greek
μεταβλητός αστέρας — (Αστρον.). Αστέρας, η λαμπρότητα του οποίου μεταβάλλεται με τον χρόνο (έως σήμερα έχουν καταμετρηθεί περίπου 30.000 τέτοιοι αστέρες). Η μεταβολή αυτή είναι εφικτό να φανεί στην καμπύλη φωτός του αστέρα και μπορεί να είναι ομαλή –με περίοδο που… … Dictionary of Greek